Πατήστε εδώ για την αυτόματη μετάφραση του κάτωθι κειμένου.
Η πολιτική ανταγωνισμού της ΕΕ δεν πρέπει να περιορίζει την τοπική και περιφερειακή υποστήριξη  
Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές της ΕΕ εκφράζουν την ικανοποίησή τους για τα επιτεύγματα της πολιτικής ανταγωνισμού, αλλά ζητούν να γίνουν πιο ελαστικοί οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων για την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ

Η επίδραση της πολιτικής ανταγωνισμού της ΕΕ στις τοπικές και περιφερειακές αρχές ήταν το θέμα της γνωμοδότησης που υιοθετήθηκε κατά τη σύνοδο ολομέλειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών (ΕτΠ) τον Δεκέμβριο. Κατά τη συζήτηση με την Ευρωπαία επίτροπο για τον Ανταγωνισμό, κ. Margrethe Vestager, τα μέλη της ΕτΠ εξέφρασαν την προτροπή οι να παρέχουν οι κανόνες τη δυνατότητα στις τοπικές και οι περιφερειακές αρχές να ανταποκρίνονται στα κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα χωρίς αυτό να θεωρείται κρατική ενίσχυση.

Η πολιτική ανταγωνισμού είναι το μέσο με το οποίο η ΕΕ προστατεύει την εσωτερική αγορά και τους καταναλωτές της από πιθανές καταχρήσεις δεσποζουσών επιχειρήσεων οι οποίες, σε διαφορετική περίπτωση, θα μπορούσαν να χρεώνουν υπερβολικές τιμές ή να επιβάλουν καταχρηστικούς όρους με αρνητικό αντίκτυπο στους πολίτες και στις τοπικές και περιφερειακές οικονομίες. Επιπλέον, περιορίζει τις κρατικές παρεμβάσεις, κάτι που ενδέχεται να δημιουργεί προβλήματα στις τοπικές και περιφερειακές αρχές που παρέχουν δημόσιες υπηρεσίες ή υποστηρίζουν τις τοπικές επιχειρήσεις και οικονομίες.

«Οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στις αποφάσεις περί ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών αποφάσεων τύπου tax ruling, καθότι μπορούν να έχουν σημαντική επίδραση σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Αυτοί είναι οι πάροχοι υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, μια σημαντική αποστολή για τη συνδρομή των Ευρωπαίων πολιτών στην καθημερινή τους ζωή. Οι δήμοι και οι περιφέρειες πρέπει να υποστηρίζονται σε αυτό το έργο, μεταξύ άλλων βάσει της πολιτικής ανταγωνισμού της ΕΕ» , δήλωσε ο κ. Karl-Heinz Lambertz , Πρόεδρος της ΕτΠ, ανοίγοντας τη συζήτηση.

Από την πλευρά της, η κ. Margrethe Vestager δήλωσε τα εξής: «Συμφωνούμε με την ΕτΠ ότι, όταν οι δημόσιες δαπάνες δεν επηρεάζουν τον ανταγωνισμό σε ενωσιακή κλίμακα, δεν είναι ανάγκη να συμμετέχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μέλημά μας είναι η ενωσιακή αγορά να παραμείνει ανοικτή και δίκαιη. Πρέπει δε να μεριμνούμε έτσι ώστε οι πολίτες και οι επιχειρηματίες με έξυπνες ιδέες να μην αποκλείονται από την αγορά εξαιτίας εταιρειών που λαμβάνουν κρατική ενίσχυση. Η κρατική ενίσχυση πρέπει να παρέχεται μόνον εάν η αγορά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός έργου. Εκτιμούμε τη σημερινή ανταλλαγή απόψεων με εκπροσώπους των τοπικών και των περιφερειακών αρχών, οι οποίες παραθέτουν διάφορα πεδία στα οποία οφείλουμε να προωθήσουμε το έργο μας.»

Στη γνωμοδότησή της, η ΕτΠ τονίζει τη θετική επίδραση που έχει η ενωσιακή πολιτική ανταγωνισμού στους πολίτες και τις επιχειρήσεις, καθότι διευρύνει τις επιλογές των πολιτών και ενθαρρύνει την καινοτομία. Επίσης, η ΕτΠ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχειρεί να δώσει λύση στα ζητήματα του γεωγραφικού αποκλεισμού και του ηλεκτρονικού εμπορίου, καθότι έτσι θα βελτιωθεί ουσιαστικά η θέση των Ευρωπαίων καταναλωτών.

Ωστόσο, ο κ. Michael Murphy (IE/EPP), μέλος του Κομητειακού Συμβουλίου του Τίπερερι της Ιρλανδίας και εισηγητής της εν λόγω γνωμοδότησης της ΕτΠ, δήλωσε ότι πρέπει να ακολουθηθεί μια ισόρροπη προσέγγιση όσον αφορά την επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού, στην οποία θα λαμβάνονται υπόψη τόσο οι διάφορες γεωγραφικές τοποθεσίες όσο και η κοινωνική και πολιτισμική κατάσταση: «Πρέπει να υπάρξει περαιτέρω απλοποίηση της εφαρμογής των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων προκειμένου για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, έτσι ώστε οι τοπικές και περιφερειακές αρχές, ως φορείς παροχής υπηρεσιών, να μπορούν αφ’ ενός μεν να ανταποκρίνονται στις τοπικές οικονομικές προκλήσεις (ιδίως στις απομακρυσμένες περιοχές, όπου η αγορά μπορεί να μην είναι πάντοτε μια εφικτή οδός παροχής υπηρεσιών), αφ’ ετέρου δε να βοηθούν τους ευάλωτους πολίτες, τις μικρές επιχειρήσεις και τους αποταμιευτές που δυσπραγούν».

Στη γνωμοδότηση τονίζεται, επίσης, η ανάγκη να διασφαλιστεί θεμιτός ανταγωνισμός και διαφάνεια των τιμών στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, για την προστασία των Ευρωπαίων γεωργών. Όσον αφορά τα μελλοντικά ζητήματα, ο εισηγητής συνιστά μεγαλύτερη ευελιξία στους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων που θα επιτρέπουν στις τοπικές και περιφερειακές αρχές να βοηθούν πιο προβλεπτικά τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στην προσπάθεια των τελευταίων να αντεπεξέρχονται στις οικονομικές αβεβαιότητες που θέτει το Brexit, χωρίς η βοήθεια αυτή να θεωρείται κρατική ενίσχυση.

Το ζήτημα της κοινωνικής στέγασης τέθηκε επίσης σε ξεχωριστή γνωμοδότηση της ΕτΠ —η οποία υιοθετήθηκε την ίδια ημέρα— με τίτλο «Προς ένα ευρωπαϊκό θεματολόγιο για τη στέγαση» από τον κ. Hicham Imane (BE/PES), δημοτικό σύμβουλο στη βελγική πόλη του Σαρλερουά. Ο εισηγητής υποστηρίζει ότι η πολιτική ανταγωνισμού δεν θα πρέπει να περιορίζει την κοινωνική στέγαση στις φτωχότερες ή λιγότερο ευνοημένες κοινωνικές ομάδες. Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές πρέπει να έχουν την ελευθερία σχεδιασμού, υλοποίησης και χρηματοδότησης της κοινωνικής κατοικίας για να βοηθούν και όσους ζουν σε ακατάλληλες ή υπερπλήρεις κατοικίες ή που πρέπει να δαπανούν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για να έχουν αξιοπρεπή στέγαση.

Γνωμοδοτήσεις συναφείς με τον ανταγωνισμό:

• Γνωμοδότηση με θέμα «Προς ένα ευρωπαϊκό θεματολόγιο για τη στέγαση»

• Γνωμοδότηση «Κρατικές ενισχύσεις και υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος» (ανακοίνωση Τύπου)

Γνωμοδότηση: «Τροποποίηση της οδηγίας σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων» (ανακοίνωση Τύπου)

Στοιχεία επικοινωνίας:
Carmen Schmidle
Τηλ. +32 (0)2 282 2366

carmen.schmidle@cor.europa.eu

Κοινοποίηση :